Μια από τις πιο σημαντικές ανθρώπινες ανάγκες, αν όχι η πρωταρχική, είναι η δημιουργία μιας ασφαλούς σχέσης, η δημιουργία ενός συναισθηματικού δεσμού (attachment) με τους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή μας: γονείς, παιδιά, συντρόφους, φίλους.
Κατά μια μεγάλη περίοδο του 20ού αιώνα, η συναισθηματική εγγύτητα και η αλληλεξάρτηση παραμελήθηκε και κατηγορήθηκε ως προβληματική. Μάθαμε ότι πρέπει να είμαστε αυτόνομοι/ες, ανεξάρτητες/οι, χωρίς να έχουμε ανάγκη έναν άλλον άνθρωπο πλάι μας για να είμαστε «πραγματικά» καλά. Η αυτονομία και η ανεξαρτησία τονίστηκαν ως απόλυτες αξίες, ενώ οι «σχεσάκηδες» στιγματίστηκαν ως ανώριμα άτομα με ψυχολογικά προβλήματα, που ψάχνουν να τα καλύψουν μέσα από άλλους ανθρώπους.
Ήδη, όμως, από τη δεκαετία του ’50, γνωρίζουμε πλέον μέσα από πολυάριθμες επιστημονικές έρευνες ότι ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη για στενούς συναισθηματικούς δεσμούς, ζεστασιά και εγγύτητα μόνο όταν είναι παιδί, αλλά διατηρεί αυτή την ανάγκη μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Η ανάγκη για συναισθηματικούς δεσμούς είναι τόσο έντονη σ’ εμάς τους ανθρώπους, που την αναζητούμε και την καλύπτουμε και μέσα από στενές σχέσεις αγάπης και εγγύτητας με ζώα.
Η σχέση που έχουμε με τον/τη σύντροφό μας είναι από τις πιο σημαντικές πηγές ασφάλειας και ευτυχίας ή, αντίθετα, ακυρωτικής μοναξιάς. Μέσα στις συντροφικές σχέσεις μας μπορούμε να αποτινάξουμε τα ψυχικά τραύματα του παρελθόντος μας ή, αντίθετα, να τα επιδεινώσουμε σε βαθμό καταστροφικό.
Η δρ. Sue Johnson βασίστηκε στις πρωτοποριακές έρευνες του John Bowlby γύρω από τους συναισθηματικούς δεσμούς (attachment theory) και σε χιλιάδες ώρες συνεδριών θεραπείας ζεύγους και εκπόνησε την προσέγγιση Emotionally Focused Therapy. Η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν μένει σε μια επιφανειακή βελτίωση της επικοινωνίας του ζευγαριού, αλλά επικεντρώνεται στα συναισθήματα και τη χειρότερη απειλή που μπορούμε να βιώσουμε σε μια σχέση: να νιώθουμε ότι ο/η σύντροφός μας δεν είναι πια εκεί για μας.
Γιατί οι συναισθηματικοί δεσμοί είναι σημαντικοί:
Η ανάγκη για σύνδεση με άλλους ανθρώπους (και εξάρτηση από αυτούς) είναι μια έμφυτη δύναμη του οργανισμού μας. Η αλληλεξάρτηση, που έχει κατηγορηθεί από τον πολιτισμό μας, τελικά δεν είναι ένα παιδικό σύνδρομο που οφείλουμε να ξεπεράσουμε όταν ενηλικιωθούμε, αλλά μια έμφυτη ανθρώπινη ανάγκη, που μας ακολουθεί ως τα γεράματα.
Καθοριστική σημασία έχει η συναισθηματική συμμετοχή και η αίσθηση ότι ο σύντροφος μου θα είναι εκεί όταν τον χρειαστώ. Η προσιτότητα και η διάθεση για ανταπόκριση δημιουργούν και ενισχύουν τους δεσμούς. Μπορούμε να είμαστε φυσικά παρόντες, αλλά συναισθηματικά να απουσιάζουμε.
Ακόμη και η έκφραση θυμού είναι πολύ προτιμότερη από την απάθεια. Η απάθεια ή η αδιαφορία μέσα σε μια σχέση μας σκοτώνει. Νιώθουμε ασήμαντοι/ες και φυσικά θα διαμαρτυρηθούμε με όποιον τρόπο μας είναι οικείος: με επίθεση (φωνάζοντας και γκρινιάζοντας) ή με απομάκρυνση (ας μην πληγωθώ άλλο).
Τα συναισθήματα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ανθρώπινης σύνδεσης. Μας υπαγορεύουν τον τρόπο που επικοινωνούμε με τους άλλους και μας θυμίζουν τις ανάγκες μας. Τα συναισθήματα αποτελούν τη μουσική με βάση την οποία στήνουμε τη χορογραφία των σχέσεών μας – είτε είναι συντροφικές είτε φιλικές, οικογενειακές ή επαγγελματικές.
Η ασφαλής εξάρτηση συμπληρώνει και ενισχύει την αυτονομία. Eίναι οι δυο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Ως ανθρώπινα όντα είναι αδύνατο να αποκτήσουμε ποτέ απόλυτη ανεξαρτησία. Πολλές έρευνες έχουν αποδείξει ότι το να νιώθουμε ασφαλώς εξαρτημένοι από άλλους ανθρώπους συνδέεται άμεσα με μια συμπαγή αίσθηση του εαυτού μας και με μια θετική αυτοεκτίμηση. Όσο κι αν φαίνεται οξύμωρο, όσο πιο ασφαλώς εξαρτημένοι είμαστε από τον σύντροφό μας, τόσο πιο ανεξάρτητοι γινόμαστε. Τελικά, το υγιές μοντέλο της σχέσης έχει σαν χαρακτηριστικό την αλληλεξάρτηση που επιτρέπει αλλά και ενδυναμώνει το να δρούμε ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο σύντροφο.
Η ασφαλής σύνδεση μας επιτρέπει να δίνουμε αλλά και να ζητάμε αγάπη και φροντίδα. Αυτό προσδίδει στη σχέση ασφάλεια και σταθερότητα. Όσοι και όσες ανάμεσα μας αισθάνονται ασφάλεια, πιστεύουν ότι οι άλλοι θα είναι εκεί όταν τους χρειαστούν και τους εμπιστεύονται.
Η σύνδεση προσφέρει ένα ασφαλές πλαίσιο δράσης. Η επαφή με τους κοντινούς μας ανθρώπους, με τους ανθρώπους που έχουμε δεσμούς σύνδεσης και αλληλεξάρτησης, μας προσφέρει έναν μηχανισμό επιβίωσης και καλή ποιότητα ζωής, ενώ η αδυναμία επαφής και σύνδεσης φέρνει πολλή ένταση και υπαρξιακή αγωνία. Η εγγύτητα ηρεμεί το νευρικό μας σύστημα, η απομάκρυνση προξενεί άγχος και μας κάνει ευάλωτους. Οι ασφαλείς σχέσεις μάς επιτρέπουν να ξετυλίξουμε όλο το δυναμικό μας και να επικεντρωθούμε στην προσωπική μας ανάπτυξη.
Η σύνδεση προσφέρει μια ασφαλή βάση, ένα ασφαλές καταφύγιο, μια φωλιά απ’ όπου μπορούμε να εξορμήσουμε και να εξερευνήσουμε το περιβάλλον. Όταν υπάρχει ασφάλεια πίσω μας, είμαστε πιο ικανοί να στηρίξουμε τους άλλους, να αντιμετωπίσουμε ακόμη και τους καυγάδες και το στρες. Τέτοιοι δεσμοί δίνουν περισσότερη σταθερότητα και ικανοποίηση.
Ο φόβος και η αβεβαιότητα ενεργοποιούν τις ανάγκες για δεσμό και για εξάρτηση. Όταν η ανθρώπινη ύπαρξη απειλείται επειδή συμβαίνει ένα τραυματικό γεγονός ή προκαλείται ρήγμα στον ασφαλή δεσμό, τότε αναδύεται έντονος συναισθηματισμός, έντονη αναζήτηση για στήριξη, για σύνδεση και κοντινότητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όλος οργανισμός μας μπαίνει σε θέση επιφυλακής και αποζητά να αποκτήσει ξανά την αίσθηση του ασφαλή δεσμού.
Έχουμε κατά βάση δύο τρόπους να αντιδρούμε όταν νιώθουμε ότι η σχέση μας απειλείται: Είτε άγχος είτε αποστροφή. Όταν υπάρχει κίνδυνος να χαθεί ένα αγαπημένο πρόσωπο, το σύστημα συναισθηματικού δεσμού μπαίνει σε συναγερμό. Πολλές φορές προσπαθούμε να κρατήσουμε τον άλλον γερά, να προσκολληθούμε. Άλλες φορές πάλι εκδηλώνεται με επιθετικότητα, παρόλο που η πρόθεή μας είναι η επανασύνδεση. Αν όμως κανείς νιώθει πως δεν υπάρχει ελπίδα για επανασύνδεση, τότε δείχνει αποστροφή, αποφεύγει να κάνει παραπάνω προσπάθειες και αποσυνδέεται συναισθηματικά. Μάλιστα συχνά αυτό γίνεται με θυμό.
Ένας τρίτος τρόπος είναι συνδυασμός των δύο: κυνηγητό και προσκόλληση προκειμένου να επιτευχθεί συναισθηματική σύνδεση και αποστροφή με φόβο, όταν πια προσφέρεται η συναισθηματική σύνδεση. Αυτή η «στρατηγική» αποκαλείται στη βιβλιογραφία για παιδιά αποδιοργανωμένη (disorganised) και στη βιβλιογραφία ενηλίκων αποφρακτική με φόβο και έχει τις ρίζες της σε χαοτικούς και τραυματικούς δεσμούς, όπου ο άλλος από τη μια προκαλούσε φόβο και από την άλλη αποτελούσε λύση στο φόβο, (πχ. ένας πολύ εκφοβιστικός γονιός). Μάλιστα έγινε και πειραματική επιβεβαίωση (Ainsworth et al. 1978, Johnson p.4). Συχνά χρησιμοποιούμε περισσότερους από έναν τρόπους και βέβαια αυτό εξαρτάται και από τον/τη σύντροφο.
Έτσι λοιπόν, μερικοί σύντροφοι όταν αισθάνονται απόρριψη, καταστρέφουν ό,τι βρουν μπροστά τους, άλλοι πάλι σιωπούν. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο καθένας και η καθεμιά μας είναι πιθανόν να έχει περισσότερα από ένα μοντέλα δεσμού, που έχουν δοκιμαστεί μέσα από τις εκατοντάδες αλληλεπιδράσεις που έχουν γίνει στο παρελθόν στην προσπάθεια μας να συνδεθούμε.
Η απομόνωση και η απώλεια μας τραυματίζει βαριά. Επομένως μιλάμε στην ουσία για μια θεωρία τραυματισμού. Ο Bowlby μελέτησε ενδελεχώς την απομάκρυνση μητέρας παιδιού και τα καταστροφικά επακόλουθα της. Ο αποχωρισμός και η απώλεια, η εγκατάλειψη και η απόρριψη από τους σημαντικούς μας άλλους, από αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή σε μας, προκαλούν τα ίδια τραυματικά αποτελέσματα είτε είμαστε 5 χρονών είτε 45.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτές οι τραυματικές καταστάσεις έχουν πάρα πολύ μεγάλη, καθοριστική μπορούμε να πούμε, σημασία για την προσωπικότητα μας και τις μελλοντικές μας σχέσεις. Όταν από το ξεκίνημα της ζωής μας βοηθήσουν να μάθουμε να πιστεύουμε ότι θα κάποιος θα βρίσκεται στο πλευρό μας όταν το χρειαζόμαστε, τότε θα αισθανόμαστε ασφάλεια μέσα μας και θα μπορούμε κάνουμε ασφαλείς δεσμούς. Πολλοί/ες από μας, ωστόσο, δεν μεγαλώσαμε με ασφαλείς δεσμούς και έτσι στις τωρινές μας σχέσεις βρισκόμαστε σε μια συνεχή κατάσταση επιφυλακής και καχυποψίας.
Ευτυχώς, το EFT προτείνει εγγυημένες τεχνικές αποκατάστασης του ασφαλή δεσμού. Διαφορετικά, αν δεν δουλέψουμε αυτές τις πεποιθήσεις μέσα μας, ίσως θα βάζουμε και εμείς το χεράκι μας στις συνθήκες που θα οδηγήσουν σε απώλεια και θα καταλήξουμε εγκλωβισμένες/οι σε δυστυχισμένες σχέσεις, με απόγνωση, απομόνωση, κατάθλιψη και απίστευτο θυμό. Έχει σημασία να βρούμε με ποιον θυμώνουμε και με τι θυμώνουμε. Και, ακόμα, σημαντικότερο: τι πόνο κρύβει αυτός ο θυμός.
Βιβλιογραφία
- Johnson, S. Μ., Hunsley, J., Greenberg, L. S., & Schindler, D. (1999). Emotionally focused couples therapy: Status and challenges. Clinical Psychology: Science and Practice, 6, 67-79.
- Clothier, P. F., Manion, I. G., Gordon-Walker, J. G ., & Johnson, S. M. (2002). Emotionally focused interventions for couples with chronically ill children: A two year follow-up. Journal of Marital and Family Therapy 28, 391–399.
- Johnson, S. M., & Talitman, E. (1997). Predictors of success in emotionally focused marital therapy. Journal of Marital and Family Therapy 23, 135–152.
- Halchuk, R. E., Makinen, J. A., & Johnson, S.M (2010). Resolving attachment injuries in cou-ples using emotionally focused therapy: A three-year follow-up. Journal of Couple & Relationship Therapy: Innovations in Clinical and Educational Interventions, 9, 31–47.