Το βιολογικό μου ρολόι είναι χαλασμένο

Χτυπάει πράγματι το βιολογικό ρολόι όσον αφορά τη μητρότητα ή μήπως είναι ένας παραπλανητικός μύθος;
Άλλα άρθρα

clockΒασικά, δεν υπάρχει βιολογικό ρολόι! Σχεδόν σε όλες τις ιστορικές εποχές οι γυναίκες δέχονταν πιέσεις να κάνουν παιδιά, αλλά η έννοια του βιολογικού ρολογιού επινοήθηκε μόλις το 1978, όχι από μία γυναίκα που έβραζε από μια διακαή επιθυμία να κάνει μωρό, αλλά από τον δημοσιογράφο Ρίτσαρντ Κόεν σ’ ένα άρθρο του στη Washington Post με τίτλο «Το ρολόι χτυπάει για τις γυναίκες καριέρας». Ο Κόεν δεν βάσισε το άρθρο του σε κάποια επιστημονική έρευνα· με αυτόν τον όρο απλώς περιέγραφε το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι γυναίκες είναι βιολογικά ικανές να συλλάβουν παιδί, όχι κάποια ξαφνική, βιολογικά ορμώμενη μανία που τις πιάνει να γεννοβολήσουν, όπως έχουμε καταλήξει να κατανοούμε τον όρο.

Η επινόηση του βιολογικού ρολογιού εκείνη την εποχή δεν είναι καθόλου τυχαία ή αθώα. Συνέπεσε με δύο τεράστιες κοινωνικές αλλαγές. Πρώτον, οι γυναίκες είχαν ήδη αρχίσει να εισχωρούν για τα καλά σε μέχρι τότε ανδροκρατούμενους τομείς εργασίας και είχε ξεκινήσει η αντίδραση από το πατριαρχικό κατεστημένο με μηνύματα όπως «αξίζει να θυσιάσεις την προσωπική ευτυχία για μια καριέρα;» ή «γίνεται να συνδυάσεις και σταδιοδρομία και οικογένεια;» − το άρθρο του Κόεν αυτό ακριβώς πραγματευόταν.

Μαραμένες μήτρες και άλλοι μπαμπούλες

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, το βιολογικό ρολόι μεταμορφώθηκε σε φόβητρο κάθε εργαζόμενης γυναίκας. Μια άλλη δημοσιογράφος έγραφε την ίδια εποχή: «Όσες γυναίκες ωφελήθηκαν από το γυναικείο κίνημα, η πρώτη γενιά χειραφετημένων νέων γυναικών … οι οποίες προτίμησαν σταδιοδρομία, ταξίδια και ανεξαρτησία αντί για σύζυγο, σπίτι και μωρά έχουν πλέον μεγαλώσει, και ξαφνικά ο χτύπος του βιολογικού ρολογιού γίνεται εκκωφαντικός». Μια ψυχίατρος που της έδωσε συνέντευξη περιέγραψε τη δυστυχία αυτών των άτεκνων γυναικών ως «σύνδρομο μαραμένης μήτρας». Σιγά σιγά αγρίευε ο ψυχολογικός πόλεμος κατά των γυναικών που δεν ακολουθούσαν το καθήκον τους, όπως το όριζε, υποτίθεται, η φύση. Το βιολογικό ρολόι ήταν ένας από τους πιο ύπουλους τρόπους για να εξωθηθούν οι γυναίκες να εκπληρώσουν τον μοναδικό κοινωνικά επιτρεπτό ρόλο τους (αυτόν της μητέρας). Ο Κόεν το έκανε όσο πιο ξεκάθαρο μπορούσε στο άρθρο του: «Η κατάσταση [των άτεκνων γυναικών] λίγο πολύ δείχνει ότι σ’ αυτό το σημείο η χειραφέτηση τελειώνει».

Ο ψυχολογικός πόλεμος κατά των γυναικών που προτιμούσαν να πραγματωθούν μέσα από σπουδές και εργασία αντί για οικοκυρικά και παιδιά απέκτησε κι άλλο όπλο: την εθνική υπογεννητικότητα: γεννάτε γιατί χανόμαστε σαν χώρα! Και γιατί χανόμαστε; Επειδή οι γυναίκες είναι εγωίστριες και δεν θέλουν να επιτελέσουν τον θεάρεστο ρόλο τους να γίνουν μητέρες. Έχω θεραπευόμενες οι οποίες αναφέρουν πως ένας από τους προβληματισμούς τους όσον αφορά την επιθυμία τους να κάνουν παιδί είναι επειδή αισθάνονται ένα κοινωνικό καθήκον προς την πατρίδα.

Η βαριά βιομηχανία του βιολογικού ρολογιού

Η δεύτερη κεφαλαιώδης κοινωνική αλλαγή που ευνόησε να εξαπλωθεί ραγδαία η έννοια του βιολογικού ρολογιού προήλθε από τον χώρο της ιατρικής επιστήμης. Η πρώτη πετυχημένη τεχνητή γονιμοποίηση είχε γίνει ελάχιστους μήνες πριν από την εμφάνιση του βιολογικού ρολογιού. Στις 25 Ιουλίου 1978 γεννήθηκε το πρώτο μωρό του σωλήνα, η Λουίζ Μπράουν, η οποία έγινε παγκοσμίως διάσημη.

Παρότι η τεχνητή γονιμοποίηση είχε αρχικά σχεδιαστεί για την αντιμετώπιση ενός συγκεκριμένου ιατρικού προβλήματος (απόφραξη σαλπίγγων), πολύ σύντομα η μέθοδος άρχισε να προσφέρεται σε γυναίκες χωρίς πρόβλημα στις σάλπιγγες. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, ενέσκηψε η περιβόητη «επιδημία υπογονιμότητας». Καθώς όλο και περισσότερες γυναίκες έμπαιναν στην αγορά εργασίας ή σπούδαζαν, ο δείκτης γονιμότητας έπεφτε κατακόρυφα: Το 1957 η μέση Αμερικανίδα έκανε 3,5 παιδιά. Το 1976, ένα χρόνο πριν εφευρεθεί το βιολογικό ρολόι, το ποσοστό είχε πέσει στα 1,5 παιδιά. Παρόμοια ποσοστά ισχύουν και στην Ελλάδα: την περίοδο 1960-81 η μέση Ελληνίδα έκανε 2,3 παιδιά· την περίοδο 1982-88, το ποσοστό έπεσε σε 1,5 παιδιά και την περίοδο 1989-99 σε 1,2 παιδιά. Ακόμα όμως και οι γυναίκες που έκαναν παιδιά, τα έκαναν σε μεγαλύτερη ηλικία. Τα ΜΜΕ εξυμνούσαν τις εργαζόμενες γυναίκες που αποφάσιζαν να κάνουν παιδί ενώ συνέχιζαν τις απαιτητικές καριέρες τους και ταυτόχρονα προειδοποιούσαν όσες γυναίκες καθυστερούσαν ότι κάποια στιγμή θα ήταν πολύ αργά, αφού τα ωάριά τους δεν θα φτούραγαν πια.

Η πρώτη αναφορά της «επιδημίας υπογονιμότητας» έγινε σε ένα ιατρικό άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1983 από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια άνοιξαν πολυάριθμες κλινικές που πρόσφεραν υπηρεσίες τεχνητής γονιμοποίησης. Δεν άργησε να δημιουργηθεί ολόκληρη ιατρική βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων γύρω από την τεχνητή γονιμοποίηση, στην οποία αργότερα προστέθηκε η κατάψυξη ωαρίων (η οποία προσφέρεται σε ολοένα μικρότερες ηλικίες, ακόμα και όταν δεν υπάρχει ιατρικός λόγος). Το βιολογικό ρολόι πλασαρίστηκε στο ευρύ κοινό την ίδια ακριβώς εποχή που η τεχνητή γονιμοποίηση άρχισε να γίνεται ευρέως διαθέσιμη – ήταν η καλύτερη διαφήμιση που μπορούσε να υπάρξει.

Δεν υπάρχει βιολογικό ρολόι!

Αν με το βιολογικό ρολόι εννοούμε ότι λόγω φύσης και βιολογίας οι γυναίκες νιώθουν κάποια πηγαία εσωτερική ορμή να κάνουν μωράκια, πολύ απλά δεν ισχύει. Όσες έρευνες έχουν γίνει πάνω σε αυτό το θέμα δεν έχουν βρει καμία ορμονική ή άλλη βιολογική παράμετρο που να εξωθεί τις γυναίκες να τεκνοποιήσουν. Αν υπάρχει κάποια βιολογική βάση για την επιθυμία τεκνοποίησης δεν έχει ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα. Αντιθέτως, έχει αποδειχθεί ερευνητικά ότι η επιθυμία για τεκνοποίηση δημιουργείται ή εντείνεται όταν μια γυναίκα εκτίθεται σε μωρά, δηλαδή όταν βλέπει, ακούει ή μυρίζει μωρά. Το ίδιο, όμως, ισχύει και για τους άντρες που εκτίθενται σε τέτοιες εικόνες!

Επίσης, μια άλλη έρευνα έδειξε ότι η επιθυμία για παιδί αυξάνει όταν άλλες γυναίκες του περίγυρου κάνουν παιδί – πρόκειται, δηλαδή, για κοινωνική επίδραση λόγω peer pressure. Σε μια διαδικτυακή έρευνα που έκανα το 2018 για τις στάσεις απέναντι στη μητρότητα, από τις 1053 γυναίκες που απάντησαν, το 52% διαφώνησε με τη δήλωση: «Ως γυναίκες το ζητάει η φύση μας να γίνουμε μητέρες» (το 17,3% συμφώνησε και το υπόλοιπο 29,8% δεν ήταν σίγουρες). Στην ερώτηση «Είναι σαν να μου το ζητάει το σώμα μου να κάνω παιδί», η συντριπτική πλειοψηφεία (78,1%) διαφώνησε με αυτή την άποψη, ενώ λιγότερες από 2 στις 10 (17,6%) συμφώνησε.

Κι ο χρόνος που περνά;

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι μια γυναίκα μπορεί να τεκνοποιήσει μόνο μέχρι μια συγκεκριμένη ηλικία, άρα πράγματι υπάρχει ένα βιολογικό όριο μετά από το οποίο η τεκνοποίηση είναι δυσκολότερη ή αδύνατη. Όμως οι άνθρωποι έχουμε πάρα πολλά τέτοια «βιολογικά ρολόγια», αν και θα ήταν σωστότερο να τα ονομάσουμε «βιολογικά όρια». Το ανθρώπινο σώμα μας μάς θέτει και άλλα όρια πέρα από αυτά της τεκνοποίησης. Όπως είπε μια γυναίκα στην ομάδα: «Το βιολογικό μου ρολόι όντως χτυπάει· βαράει και μου λέει: “Κάνε ορειβασία πριν γεράσεις πολύ και δεν μπορείς!” ή “Μην πιεις τα κέρατά σου απόψε, δεν το αντέχεις τόσο όσο ήσουν νέα”».

Καμιά μας δεν έχει ανοσία στο πέρασμα του χρόνου και στα όρια που μας θέτει. Αλλά το βιολογικό ρολόι της καθεμιάς μας μπορεί να χτυπάει για διαφορετικά πράγματα. Για πολλές γυναίκες (και άντρες) δεν λέει «κάνε παιδάκι!» αλλά «ερωτεύσου!», «ταξίδεψε!»

Να γίνω μητέρα ή όχι; Το άγχος της απόφασης

Με κάθε επιλογή μας, με κάθε δρόμο που παίρνουμε, αποκλείουμε άλλους δρόμους. Εννοείται πως αν δεν ζήσουμε την εμπειρία της μητρότητας θα στερηθούμε πολλά όμορφα πράγματα. Όμως ισχύει εξίσου ότι θα στερηθούμε πολλά άλλα όμορφα πράγματα αν αποφασίσουμε να κάνουμε παιδί. Υπάρχει πάντα τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε για κάθε επιλογή μας: τις σχέσεις που (δεν) κάναμε, τα μέρη όπου (δεν) ζήσαμε, τα ταλέντα που (δεν) καλλιεργήσαμε, τα ταξίδια που (δεν) πήγαμε, κοκ. Μόνο που κάποιοι δρόμοι μάς πλασάρονται ως φυσιολογικοί, επιβαλλόμενοι από τη φύση και άρα αναγκαίοι, υποχρεωτικοί. Ένας τέτοιος φυσικοποιημένος, υποχρεωτικός δρόμος είναι η μητρότητα. Κατά συνέπεια, αν δεν τον διαλέξουμε, είμαστε εμείς που είμαστε στραβές, όχι ο δρόμος.

Η ανάλυση των κοινωνικών και ιστορικών παραμέτρων βοηθάει μόνο μέχρι ένα σημείο· πέρα από την οποιαδήποτε θεωρητική ανάλυση, στο τέλος κάθε γυναίκα καλείται να απαντήσει η ίδια στο πολυσύνθετο ερώτημα: θέλω να γίνω μητέρα ή όχι; Πώς όμως να το απαντήσει όταν και μόνο αν αρθρώσει το ερώτημα αντιμετωπίζεται αρνητικά; Αυτός είναι ο λόγος που ως γυναίκες χρειαζόμαστε ασφαλή πλαίσια για να μοιραστούμε τους προβληματισμούς μας, να ψηλαφίσουμε τα θέλω μας και τα δεν θέλω μας και να καταλήξουμε στο τι ταιριάζει στην καθεμιά μας προσωπικά, χωρίς εύκολους αφορισμούς και στερεοτυπικές λύσεις.

Ένα τέτοιο ασφαλές πλαίσιο είναι με άλλες γυναίκες που έχουν ή είχαν παρόμοιους προβληματισμούς.

Βιβλιογραφία:

  • Adair Lora E., Brase Gary L., Akao Karen, Jantsch Mackenzie, #babyfever: Social and media influences on fertility desires, Personality and Individual Differences 71 (2014) 135–139.
  • Bonos Lisa, How the biological clock −and its ticking− became shorthand for a woman’s fertility, May 24, 2016 The Washington Post
  • Brase Gary L. and Brase Sandra L., Emotional Regulation of Fertility Decision Making:
  • What Is the Nature and Structure of “Baby Fever”? Emotion 2012, Vol. 12, No. 5, 1141–1154
  • Ζαράγκαλη Έρση, Οι βουβές πληγές: Η αντι-σύλληψη και η έκτρωση ως βίωμα και πράξη, 2010, Νήσος
  • Hensvik Lena, Nilsson Peter, Businesses, buddies and babies: social ties and fertility at work. Institute For Labour Market Policy Evaluation, working paper 2010.
  • Moss Gabrielle, Why Women’s “Biological Clock Ticking” Is Actually A Total Myth, Bustle, Mar 8 2016
  • Skov Leonora Christina, Danmarks moderfår stempler mig som et barnløst monster, Politiken, 13. okt. 2012
  • Χαλκιά Αλεξάνδρα, Το άδειο λίκνο της δημοκρατίας, Σεξ, έκτρωση και εθνικισμός στη σύγχρονη Ελλάδα, 2007, Αλεξάνδρεια
  • Weigel Moira, The foul reign of the biological clock, The Guardian, 10 May 2016

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε τα άρθρα:

Είσαι γυναίκα και δεν θες παιδιά; Χρειάζεσαι πολλά κότσια!

Κανείς δε ρωτάει ποτέ ένα γονιό γιατί έχει παιδιά

Picture of Λύο Καλοβυρνάς
Λύο Καλοβυρνάς

Είμαι ψυχοθεραπευτής και σύμβουλος ψυχικής υγείας (counsellor), με τετραετείς σπουδές στο Κέντρο Ψυχοκοινωνικών Προσεγγίσεων και το Ελληνικό Κέντρο Focusing. Επίσης, είμαι πιστοποιημένος ψυχοθεραπευτής ζευγαριών (couples therapist) με τη μέθοδο EFT (Emotionally Focused Therapy) από το Ελληνικό Κέντρο Focusing, με πιστοποίηση από το Διεθνές Κέντρο Ποιότητας EFT (ICEEFT, Canada).