του Λύο Καλοβυρνά
Είναι οι γονείς μου οικογένειά μου;
Δεν υπάρχει πιο ιερό και δυνατό πράγμα από την αγάπη της μάνας, ακούμε και ξανακούμε και το πιστεύουμε σαν να είναι νόμος της φύσης, εξίσου αδιαμφισβήτητος όσο και η βαρύτητα.
Πράγματι, η πλειοψηφία των μητέρων αγαπούν τα παιδιά τους. Το ίδιο και σχεδόν όλοι οι πατέρες. Αρκεί όμως να αγαπάς το παιδί σου για να είσαι καλός γονιός;
Δηλώνω ευθύς εξαρχής ότι είμαι προϊδεασμένος. Ως ψυχοθεραπευτής, λίγες φορές έρχεται κάποιος για να μου πει πόσο καλοί ήταν οι γονείς του. Το αντίθετο συμβαίνει πολύ συχνότερα: ιστορίες φρίκης, με γονείς που έκαναν τεράστιο κακό στα παιδιά τους. Γι’ αυτούς τους γονιούς θέλω να μιλήσω. Και για το βαρύ φορτίο που κουβαλάνε τα παιδιά τους.
Νομίζουμε ότι το χειρότερο που μπορεί να κάνει ένας γονιός είναι να εγκαταλείψει το παιδί του ή να το κακοποιήσει σεξουαλικά. Δεν συμφωνώ απόλυτα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η βλάβη είναι συχνά μικρότερη, γιατί ο γονιός είναι τόσο ξεκάθαρα και εξόφθαλμα «κακός», που το παιδί κατορθώνει ευκολότερα ν’ αποστασιοποιηθεί συναισθηματικά (παρά τον πόνο που συνεπάγεται αυτό) και να βάλει όρια.
Τι γίνεται στις –πολύ περισσότερες– περιπτώσεις που ο γονιός δεν είναι τέρας, αλλά «αγαπάει» το παιδί του; Όμως ταυτόχρονα ασκεί άλλου είδους βία στο παιδί του, πιο ύπουλη και λιγότερο φανερή; Λόγου χάρη, μια μόνιμη ακύρωση του παιδιού, συνεχείς συναισθηματικοί εκβιασμοί, αγάπη υπό δυσβάσταχτους όρους, εξουθενωτική πίεση για επιτεύγματα, ακραίες τιμωρίες για συνέτιση ή «βελτίωση» του παιδιού, εξευτελισμός του παιδιού ή των επιθυμιών του, χρησιμοποίηση του παιδιού σαν μέσο πίεσης ή όπλο ενάντια στον άλλο γονιό, εκμετάλλευση του παιδιού σαν προέκταση των δικών του επιθυμιών και ανεκπλήρωτων φιλοδοξιών κ.τ.λ.
Οι περισσότεροι γονείς, χωρίς προετοιμασία ή εκπαίδευση, τα καταφέρνουν πολύ καλά στο μεγάλωμα των παιδιών τους. Κι όσα σφάλματα ενδεχομένως κάνουν, είναι μες στο πρόγραμμα κι αντισταθμίζονται από όλα τα καλά που προσφέρουν. Όμως ας το παραδεχτούμε: αρκετοί γονείς έκαναν παιδιά κατά τύχη: επειδή υπέκυψαν στις κοινωνικές πιέσεις, επειδή έτσι κάνουν όλοι, επειδή πίστευαν ότι ένα παιδί θα τους έσωνε…
Υπάρχουν, λοιπόν, και γονείς που, ανεξάρτητα από την αγάπη που νιώθουν για το παιδί τους, είναι άθλιοι γονείς. Συνήθως, τέτοιοι γονείς συνεχίζουν να κάνουν ζημιά στα παιδιά τους κι αφού αυτά μεγαλώσουν και καταφέρουν κακήν κακώς ν’ απομακρυνθούν κάπως από αυτούς.
Δεν πιστεύω ότι οι ακατάλληλοι γονείς έχουν κακή πρόθεση. Δηλαδή δεν επιθυμούν, με δόλο, να προκαλέσουν κακό στα παιδιά τους. Όμως φριχτά εγκλήματα προκαλούνται και από αμέλεια. Κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα για το παιδί που βασανίζεται από ερωτήματα: πώς μπορεί η μαμά μου να με αγαπάει και ταυτόχρονα να με διαλύει ψυχολογικά; Πώς γίνεται να μην την αγαπάω; Πού θα χωρέσω τον θυμό μου; Πώς θα προστατευτώ από αυτήν;
Το παιδί είναι αδύνατο να μην αγαπά το γονιό του, όση ζημιά κι αν του έχει κάνει αυτός. Έχει βαθιά ανάγκη ο βλαβερός γονιός να ήταν λίγο αλλιώς· έστω λιγάκι. Κι αυτό το βάρος για το γονιό που είχαμε, αλλά που στην πράξη δεν ήταν ο γονιός που χρειαζόμασταν, είναι ώρες ώρες αβάσταχτο.
Το ν’ αγαπάει ένας γονιός το παιδί του δεν αρκεί σε καμία περίπτωση. Πολλές φορές, η αγάπη που νιώθει ένα άτομο (για το παιδί του, για μία σύντροφο) είναι εγωιστική αγάπη, κτητική, ιδιοκτησιακή: αγαπάω κάτι ή κάποιον επειδή είναι δικό μου, επειδή η αγάπη μου αφορά εμένα, κάνει σ’ εμένα καλό. Το ν’ αγαπάς κάποιον δεν σημαίνει αυτόματα ότι θέλεις και το καλό του (όπως το εννοεί εκείνος, όχι εσύ φυσικά).
Πέρα, λοιπόν, από την πιπίλα της αγάπης (όλοι οι γονείς «αγαπούν» τα παιδιά τους), χρειάζεται να εξετάσουμε αν ένας γονιός όχι μόνο αγαπά το παιδί του αλλά και αν το σέβεται, αν το στέργει, αν το εκτιμά. Αλλιώς η περιβόητη γονεϊκή αγάπη μετατρέπετα σε κάτεργο.
Η αγάπη από μόνη της δεν μας κάνει καλούς γονιούς, φίλους ή συντρόφους. Απαιτείται και καλή προαίρεση, δηλαδή το να θέλουμε το καλό του άλλου όπως το εννοεί εκείνος, ακόμα και όταν αυτό το καλό είναι κάτι με το οποίο δεν συμφωνούμε απόλυτα εμείς.
Κάποιους γονείς πρέπει να τους κάνουμε πέρα, προκειμένου να επιβιώσουμε. Όπως θ’ αποφεύγαμε μια χωματερή με τοξικά απόβλητα, έτσι πρέπει ν’ αποφεύγουμε κι αυτούς –ή έστω να περιορίζουμε τις επαφές και μόνο αφού πάρουμε τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα– συναισθηματικές στολές που θα μας βοηθήσουν να μην επανατραυματιζόμαστε. Ξανά και ξανά. Και φυσικά να βρούμε στήριξη για να επεξεργαστούμε τον πόνο που έχουμε μαζέψει. Ευτυχώς, ο πόνος αυτός ξεπερνιέται και παύει να μας δηλητηριάζει τη ζωή.
Αρκετές φορές, είναι απολύτως αναγκαίο για την ψυχική υγεία μας να παραδεχτούμε ότι οι γονείς μας δεν ήταν ποτέ οικογένειά μας. Το να σε γεννήσει κάποιος δεν τον κάνει αυτόματα γονιό, αν στην έννοια «γονιός» εντάσσουμε ποιότητες όπως σεβασμός, καλή προαίρεση, καλοσύνη, στοργή. Και ναι, πονάει πολύ να ομολογήσουμε ότι ήμασταν και είμαστε ορφανοί αλλά με γονείς. Ταυτόχρονα, όμως, μπορεί να είναι λυτρωτικό: να πάψουμε να ζητιανεύουμε αγάπη έξω από μια κλειστή πόρτα που δεν ανοίγει ποτέ ή, τις ελάχιστες φορές που ανοίγει, είναι μόνο για να φάμε μια κλωτσιά στη μούρη.
Διαβάστε επίσης: